- εὐθυονειρία
- εὐθῠ-ονειρία, ἡ,A vivid dream Arist.Div.Somn.463a25, Gp.2.35.4 (pl.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εὐθυονειρίᾳ — εὐθυονειρίᾱͅ , εὐθυονειρία vivid dream fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ευθυονειρία — εὐθυονειρία, ή (ΑΜ) [ευθυόνειρος] το εναργές, το καθαρό όνειρο … Dictionary of Greek
εὐθυονειρίας — εὐθυονειρίᾱς , εὐθυονειρία vivid dream fem acc pl εὐθυονειρίᾱς , εὐθυονειρία vivid dream fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐθυονειρίαν — εὐθυονειρίᾱν , εὐθυονειρία vivid dream fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐθυονειρίαις — εὐθυονειρία vivid dream fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)